Πρόσφατα παρακολούθησα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εκπομπή του κ. Τσουρούλλη αναφορικά με το θέμα αυτού του άρθρου. Μια ερώτηση έμεινε αναπάντητη: ποιος θα πληρώσει το κόστος αφαίρεσης και αντικατάστασης των ενθεμάτων PIP…
Ποιος θα πληρώσει το κόστος αφαίρεσης και αντικατάστασης των ελαττωματικών ενθεμάτων;
Πρόσφατα παρακολούθησα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εκπομπή του κ. Τσουρούλλη αναφορικά με το θέμα αυτού του άρθρου. Μια ερώτηση έμεινε αναπάντητη: ποιος θα πληρώσει το κόστος αφαίρεσης και αντικατάστασης των ενθεμάτων PIP;
Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: το κόστος θα πρέπει να το επωμιστεί ο ιατρός που τα εφάρμοσε και / ή η κλινική και / ή, σε κάθε περίπτωση, το πρόσωπο το οποίο έλαβε την αμοιβή για τη χειρουργική επέμβαση.
Η θέση αυτή βρίσκει έρεισμα στην Κυπριακή Νομοθεσία και Νομολογία.
Προβάλλεται η θέση ότι οι ιατροί ή οι κλινικές δεν πρέπει να επωμιστούν αυτό το κόστος επειδή οι ίδιοι δεν είχαν ιδέα και ουσιαστικά δεν φταίνε. Στηρίχθηκαν στη σήμανση των ενθεμάτων σιλικόνης PIP που, φαινομενικά, είχαν περάσει τις απαραίτητες δοκιμασίες και έφεραν την απαραίτητη πιστοποίηση.
Εάν όντως έτσι είναι τα πράγματα κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι οι ιατροί δεν είναι ένοχοι αμέλειας και δεν υπέχουν νομικής υποχρέωσης για αποζημίωση.
Όμως η νομική ευθύνη δεν τελειώνει εκεί. Εάν η ιατρική φροντίδα παρασχέθηκε κατόπιν αμοιβής, όπως γίνεται σε όλα τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια και ιδιώτες ιατρούς, ο ιατρός δημιουργεί μια συμβατική σχέση με τον ασθενή. Κάνουν, πιο απλά, μια συμφωνία, ένα συμβόλαιο δηλαδή το οποίο λέει: κύριε εγώ θα σε πληρώσω €5.000 και σε αντάλλαγμα εσύ θα μου βάλεις στήθος από σιλικόνη.
Σε αυτό το συμβόλαιο υπάρχουν κάποιοι όροι που εξυπακούονται, τόσο νομοθετικά όσο και με βάση τη Νομολογία μας. Ένας τέτοιος όρος, μεταξύ άλλων, είναι ότι τα αγαθά που πωλούνται με βάση τη συμφωνία, δηλαδή τα ενθέματα σιλικόνης, είναι αποδεκτής ποιότητας.
Στη νομική γλώσσα, κάτι είναι αποδεκτής ποιότητας εάν ανταποκρίνεται στο επίπεδο το οποίο κάποιο λογικό πρόσωπο θα θεωρούσε ως αποδεκτό. Εάν όλα αυτά που ακούστηκαν από τον τύπο τον τελευταίο καιρό είναι επιστημονικώς αποδεκτά, τότε τα ενθέματα σιλικόνης PIP είναι οτιδήποτε άλλο από αποδεκτής ποιότητας.
Άρα, ο ιατρός που εφάρμοσε τα ενθέματα PIP στην ασθενή του, έστω και εάν υποθέσουμε ότι δεν είναι υπόλογος για αμέλεια, είναι νομικά υπόλογος για παράβαση σύμβασης. Νομικά, η παράβαση σύμβασης δίδει αγώγιμο δικαίωμα στο αθώο μέρος ανεξαρτήτως αν ο αντισυμβαλλόμενος επέδειξε μεμπτή συμπεριφορά ή όχι.
Ως εκ των πιο πάνω, όπως και θα ανέμενε κάποιος λογικά, οι γυναίκες που υποβάλλονται σ’ όλη αυτή την ταλαιπωρία αυτές τις ημέρες, όχι μόνο μπορούν να απαιτήσουν από τους ιατρούς τους το κόστος αφαίρεσης και αντικατάστασης των ελαττωματικών ενθεμάτων σιλικόνης, αλλά επιπρόσθετα μπορούν να απαιτήσουν αποζημιώσεις για την ταλαιπωρία, ψυχολογική και άλλως πως, και όλα τα συνεπακόλουθα έξοδα λογικά αναμένει κάποιος να υποστούν λόγω των ελαττωματικών ενθεμάτων σιλικόνης.
Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: το κόστος θα πρέπει να το επωμιστεί ο ιατρός που τα εφάρμοσε και / ή η κλινική και / ή, σε κάθε περίπτωση, το πρόσωπο το οποίο έλαβε την αμοιβή για τη χειρουργική επέμβαση.
Η θέση αυτή βρίσκει έρεισμα στην Κυπριακή Νομοθεσία και Νομολογία.
Προβάλλεται η θέση ότι οι ιατροί ή οι κλινικές δεν πρέπει να επωμιστούν αυτό το κόστος επειδή οι ίδιοι δεν είχαν ιδέα και ουσιαστικά δεν φταίνε. Στηρίχθηκαν στη σήμανση των ενθεμάτων σιλικόνης PIP που, φαινομενικά, είχαν περάσει τις απαραίτητες δοκιμασίες και έφεραν την απαραίτητη πιστοποίηση.
Εάν όντως έτσι είναι τα πράγματα κάποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι οι ιατροί δεν είναι ένοχοι αμέλειας και δεν υπέχουν νομικής υποχρέωσης για αποζημίωση.
Όμως η νομική ευθύνη δεν τελειώνει εκεί. Εάν η ιατρική φροντίδα παρασχέθηκε κατόπιν αμοιβής, όπως γίνεται σε όλα τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια και ιδιώτες ιατρούς, ο ιατρός δημιουργεί μια συμβατική σχέση με τον ασθενή. Κάνουν, πιο απλά, μια συμφωνία, ένα συμβόλαιο δηλαδή το οποίο λέει: κύριε εγώ θα σε πληρώσω €5.000 και σε αντάλλαγμα εσύ θα μου βάλεις στήθος από σιλικόνη.
Σε αυτό το συμβόλαιο υπάρχουν κάποιοι όροι που εξυπακούονται, τόσο νομοθετικά όσο και με βάση τη Νομολογία μας. Ένας τέτοιος όρος, μεταξύ άλλων, είναι ότι τα αγαθά που πωλούνται με βάση τη συμφωνία, δηλαδή τα ενθέματα σιλικόνης, είναι αποδεκτής ποιότητας.
Στη νομική γλώσσα, κάτι είναι αποδεκτής ποιότητας εάν ανταποκρίνεται στο επίπεδο το οποίο κάποιο λογικό πρόσωπο θα θεωρούσε ως αποδεκτό. Εάν όλα αυτά που ακούστηκαν από τον τύπο τον τελευταίο καιρό είναι επιστημονικώς αποδεκτά, τότε τα ενθέματα σιλικόνης PIP είναι οτιδήποτε άλλο από αποδεκτής ποιότητας.
Άρα, ο ιατρός που εφάρμοσε τα ενθέματα PIP στην ασθενή του, έστω και εάν υποθέσουμε ότι δεν είναι υπόλογος για αμέλεια, είναι νομικά υπόλογος για παράβαση σύμβασης. Νομικά, η παράβαση σύμβασης δίδει αγώγιμο δικαίωμα στο αθώο μέρος ανεξαρτήτως αν ο αντισυμβαλλόμενος επέδειξε μεμπτή συμπεριφορά ή όχι.
Ως εκ των πιο πάνω, όπως και θα ανέμενε κάποιος λογικά, οι γυναίκες που υποβάλλονται σ’ όλη αυτή την ταλαιπωρία αυτές τις ημέρες, όχι μόνο μπορούν να απαιτήσουν από τους ιατρούς τους το κόστος αφαίρεσης και αντικατάστασης των ελαττωματικών ενθεμάτων σιλικόνης, αλλά επιπρόσθετα μπορούν να απαιτήσουν αποζημιώσεις για την ταλαιπωρία, ψυχολογική και άλλως πως, και όλα τα συνεπακόλουθα έξοδα λογικά αναμένει κάποιος να υποστούν λόγω των ελαττωματικών ενθεμάτων σιλικόνης.